Ήρθε και με βρήκε εχτές κάποιες φορές πάλι, αυτή η χαρά, που είχα καιρό να την επισκεφτώ
η χαρά του χαζοχαρόμενου. του ημίτρελου χαμόγελου του νευρικού γέλιου που δεν είναι σπαστικό, είναι αθώο. και βγάζει κάτι ήχους σιγανούς που τους φερνω στη μνήμη τώρα για να τους περιγράψω, αλλά δεν υπάρχουν λέξεις γι αυτούς τους ήχους όπως δεν υπάρχουν λέξεις για το αίσθημα της ανάμνησης αυτής. Για την ανάμνηση, βεβαιως, μπροστά σας.
μα αυτό το αίσθημα είναι αρρητο, άφατο. είναι ερωτικό στην ουσία του, οργασμικό στην πεμπτουσία του και στη συνουσία του με τη ζωή, τελειωτικό.
είναι η στιγμή που
(κλείνω τα μάτια, βάζω τις παλάμες στο πρόσωπό μου, γιατί πια το χω βρει το μυστικό. επικεντρώνομαι στη στιγμή. φωτιά στον νου από τη συγκέντρωση των νοητών ακτίνων, μεγεθυντικών των συναισθημάτων. εστιάζω στη στιγμή, που είναι στιγμές στην πραγματικότητα, αίσθημα δυο τριών φορών απο χτες το βράδυ. και κλείνω τα μάτια μου να συγκεντρωθώ να ανακαλέσω για να scripta απαθανατισω manent και κει που ζωγραφίζω τα γύρω γύρω των στιγμών, που φτιάχνω στο μυαλό μου το περι-βάλλον του υποκειμένου, που θησαυρίζω την περι-ουσία του συγκειμένου, εκεί που είμαι 100 τοις 100 να μπω μεσα μου να δω μεσα μου να πω τι ακριβώς συμβαίνει, σε τι συνίσταται αυτό το τρελό ανάλαφρο χαρούμενο σπαστικό των μυών του προσώπου μου γέλιο, το μόνο που μου έρχεται είναι
κ
ε
ν
ό
(αυτό ακριβώς) κενό. κενο. γαμώτο πρέπει να σταματήσω τον ερωτά μου με τις λέξεις. η οικογένεια εδώ έχει κάνει πια επιβλητική την παρουσία της στην κουζίνα. η πύλη της οθόνης έκλεισε και είμαι πια ο ερμος… με παρέα .
φάγαμε. φύγανε.
κενό.. κενό. που έχει όμως μεγάλη βαρύτητα. σαν τον αέρα που είναι στο στήθος σου την ώρα της μεγάλης αναπνοής. τι είναι κει, αέρας, κάτι σαν τίποτα, μα πάρε τώρα μια ανάσα μεγάλη και κράτα τη, και δες το βάρος της.
έτσι είναι και το κέντρο, η ουσία, ο πυρήνας της ανάμνησης. η εστία του συναισθήματος – η φωτιά.
άυλη η
καυτή
φλόγα
ΟΛΑ ΤΕΛΕΙΑ θα έλεγα μα ακούγεται κλισε
, δε θέλω κάτι τετρημένο για την περιγραφή τόσης χαράς, ιδιαίτερης και σπάνιας.
μια ξεγνοιασιά ανυπέρβλητη, η αίσθηση ότι όλα είναι ταχτοποιημένα, ότι το παζλ συμπληρώθηκε και κινεί σαν κύμα τη χάρτινη του ψηφιδωτή συναρμοσμένη φύση. εκεί που τίποτα άλλο δε χρειάζεται να προστεθεί και τίποτα δεν είναι περιττό. είναι δύσκολο να μιλήσεις για αυτό το κενό, γιατί ακριβώς, εκείνη τη στιγμή, δεν υπάρχουν σκέψεις.
εκεί έχεις συντονιστεί με την ιδιοσυχνότητα του περιβάλλοντος των ανθρώπων και των πραγμάτων και ρέει απο μέσα σου η ενέργεια της διάδρασης μουσικώς. Δεν είναι η μουσική καθεαυτή ή ο χορός, γιατί θυμάμαι, ανακαλώ στιγμή αυτής της πληρότητας που προσπαθώ να περιγράψω, που δεν χόρευα. Είναι η αρμονική κίνηση της ύπαρξής σου με το όλο. της συγκυρίας πυροτέχνημα, σε αργή κίνηση όμως, για να το χαρείς. εκρηκτικό, πολύχρωμο, και πάνω απ’ όλα… πρωτόγνωρο!
(ξεφύσημα
δυνατό)
Πώς φτάσαμε όμως στο σημείο αυτό.
Είμαι στο ταχυδρομείο. Τα έχω όλα ετοιμάσει από το σπίτι. Έχω γράψει και τις διευθύνσεις. Πάω στο ταχυδρομείο μόνο για να κλείσω τους φακέλους, και να πάρω ένα δωράκι ακόμα. 24 φάκελοι και 7 πακέτα. 37 κάρτες για 44 πρόσωπα. Για κάποιους συγγενείς και για κάποιους από όσους με βοήθησαν στο ταξίδι μέχρι τώρα. Ήθελα, για όλους, αλλά θα χρειαζόμουν 3 μήνες. Ήδη αυτά τα “δούλευα” ένα μήνα. πάω στο ταχυδρομείο να τα στείλω. Κάνω 6 ώρες στο ταχυδρομείο συμπληρώνοντας έγγραφα και διάφορα άλλα. Τελειώνω και λέω θα το γιορτάσω με μια μπύρα και πατατάκια καμότε και μπανάνας. Πάω στην Ερμού της Λίμα, μόνος και ξαλαφρωμένος και κάθομαι σε μια γωνίτσα. 6μιση το απόγευμα, Παρασκευή. Άπειρος κόσμος και γω παρατηρώ και είμαι έτοιμος να γράψω και καμιά σκέψη στο χαρτί. Έχω καλή διάθεση, ήρεμος κι ωραίος. Με πλησιάζει, μετά από κανα μισάωρο τύπος ετών 57, καλοστεκούμενος, μου λέει: ΚΕ ΠΆΣΑ. ΚΕ ΠΆΣΑ του λέω ερμάνο (γιατί μου λες ΚΕ ΠΑΣΑ?) τι τρέχει, δηλαδή?
ΚΕ ΠΑΣΑ ΤΙΟ? μου ξαναλέει, και σκαλώνω λίγο. Εϊναι αλήθεια, είμαι λίγο ατημέλητος, δε θα το κρύψω. ούτε εκείνη τη στιγμή το έκρυβα άλλωστε, αλλά δε με ένοιαζε. φοράω μαύρο ποδηλατικό σορτσάκι. δεν έχω άλλα σορτσάκια, ένα κοντομάνικο που είναι μεν σχετικά καθαρό αλλά φαντάζει αρκετά βρώμικο γιατί έχει πλέον μόνιμη βρωμιά πάνω του, δε φευγει με το πλύσιμο, παρόλο που είναι καθαρό το μπλουζάκι, αλλά το αποκορύφωμα είναι στα… παπούτσια. Φοράω τα σκισμένα μου σανδαλοπάπουτσα που τα αγαπάω αφενός μεν γιατί ειναι ανάλαφρα και τα πήρα τζάμπα από ένα χόστελ στα τίρανα, αφενός δε γιατί είναι σκισμένα και με κάνουν και φαντάζω σαν μη έχοντα χρηματα. με βγάζουν από την κατηγορία του τουρίστα δηλαδή, ΜΗΝ ΤΟΝ ΚΛΕΨΕΙΣ, φωνάζουν στους επίδοξους. επιτελούν ένα σκοπό, δηλαδή, γιαυτό τα αγαπώ.
ΚΕ ΠΑΣΑ? ΤΟΔΟ ΜΠΙΕΝ? (όλα καλά)
ΟΛΑ ΚΑΛΑ του λεω ΑΜΙΓΟ όλα τέλεια, ΕΣΥ?
κάθεται δίπλα μου. μιλάμε για μιάμιση ώρα, επί παντος επιστητού.
Εν τω μεταξύ ΟΛΟ αυτό το διάστημα, και για να μη γίνομαι βαρετός, υπάρχει δεσποινίδα που μοιράζει κάρτες για τατουάζ, στα 10 μέτρα από το σημείο που κάθομαι. Με κοιτάζει αρκετά.
Φέρει τατουάζ, σκουλαρίκια, πολύ κοντά μαλλιά από τη μία, μακριά από την άλλη. ακούγεται ακραίο το παρουσιαστικό της αλλά ήταν νορμάλ για την κατηγορία της. Δε θα την έλεγα ωραία. αν με ρώταγες. Ετών 24 (το έμαθα μετά) (άρα της μίλησα).
Πάμε να φύγουμε με τον τυπάκο γιατί έχει πάει 8μιση και σκέφτομαι να κάνουμε και καμιά δουλίτσα σήμερα. Σηκωνόμενος δεν είχα πρόθεση αλλά στα πρώτα 2 βήματα άλλαξα γνώμη.
Δεν ήθελα να της μιλήσω της τύπισας γιατί πραγματικά δεν μου αρέσε καθόλου. Παρ’ όλα αυτά με κοίταγε τόση ώρα και αισθάνθηκα αγένεια να μην πω τουλάχιστον ένα γεια. Είπα λοιπόν, και το αποτέλεσμα ήταν πρόσκληση. μου λεει θες να βγούμε σήμερα? εγώ δεν ήθελα καθόλου, αφενός μεν γιατί είχα 200πράγματα να κάνω, αφετέρου δε γιατί δεν ήθελα να νομίζει ότι μου αρέσει ξερω γω. Της λέω μπαααααα… μου λέει κι αυτή έλα πάμε.. ξερω γω ΒΑΜΟΣ Α ΜΠΑΗΛΑΡ.. ακούω μπαηλάρ και έρχονται τα πάνω κάτω… να χορέψουμε δηλαδή… λέω από μέσα μου.. πωωωω να χορέψουμε ρε φίλε, σκέφτομαι, τι ωραία.. έχω καιρό να βγω να χορέψω, να διασκεδάσω! της λέω ωωωω, δεν ξέρω μπορεί ναι.. (γιατί πραγματικά είχα πράγματα στο μυαλό μου). της λέω αν είναι θα μαι δω 9κ20. μου λεει 2130 φεύγω, αν δεν είμαι δω παίζει ναμαι μεσα (και μου δείχνει στο βάθος, σε μια στοά κάθετη στην Ερμου της Λίμας. κομπλεκ.
πάω σπίτι και ο τυπάκος που με είχε προσεγγισει πριν, εκεί.. ωραίος άνθρωπος. τα λέμε. έρχεται μέχρι το σπίτι (25 λεπτά περπάτημα) του λέω αδερφε πάνω δε γίνεται να ανέβεις, η φαμίλια δεν ξέρω αν αφήνει κλπ. οκ μου λέει νο προμπλεμ. θα πάω στην ερμού πάλι, να πάρωτην κόρη μου που σχολάει από τη δουλεια (ετών 19, αλλά δεν την αφήνει να γυρίσει μόνη σπίτι). ανεβαίνω πάνω, πάω στο πισί, βλέπω λίγο την κίνηση την ιντερνετική, λέω, ΛΕΣ? ναι, απαντάω, και δε με νοιάζει τι θα σκεφτεί η τύπισα, ή ξέρω γω. Θα βγω να χορέψω.
Άργησα όμως και σκάω στο ίδιο σημείο ώρα 2145. άφαντη η δεσποινίς, ξενερώνω, αλλά θυμάμαι για τη στοα. Μπαίνω και στα 10 μέτρα συναντάω 2 στην ηλικία μου. με τατουάζ πολλά, και τρύπες και ράστα και ξέρω γω. τους λέω η τυπισα που ταν εδω κλπ μοιραζε κάρτες κλπ., δε φαίνεται να την ξέρουν τους λέω η τύπισα που ήταν έτσι αλλιώς που βαμος α μπαηλαρ. ακούνε μπαηλαρ , μου λένε “εδώ είσαι μαν” , ναι ναι. βαμος αη μπαηλαρ, υπάρχει φίεστα σήμερα, πάμε μαζί.. λέω τέλεια από μέσα μου, βρήκα τους φίλους της. πάμε στο τατουατζίδικο των παιδιών μαζεύουν, πίνουμε μια μπύρα, φεύγουμε και μετά απο 1 ώρα πάμε από το σπίτι τους όπου και ανεβαίνουν πάνω να πάρουνε λεφτά. εγώ περιμένω κάτω και περνάει η τύπισα που μοίραζε τις κάρτες με την παρέα της!!! λέω ωωωω τι τύχη. βρηκα τους φίλους σουκαι είμασταν μαζί και τώρα περιμένω τον Άλεξ να κατέβει.. κλπ κατεβαίνει ο άλεξ. κοιτάζονται και τίποτα… χαχαχα μου λέει αυτός είναι ο αλεξ? λέω ναι. δεν τους ξέρεις? όχι μου λεει χαχαχα/ πάμε όλοι μαζί τους λέω. και πάμε όλοι μαζί σε ένα μπαρακι, μόνο σάλσα μέχρι τις 5μιση.
θα έβαζα 😁
αλλά… είπαμε…
(ΚΕΝΟ)
😶